ηλεκτροβιολογία

ηλεκτροβιολογία
η
βιολ. κλάδος τής βιολογίας που έχει ως αντικείμενο τη μελέτη τών ηλεκτρικών φαινομένων τα οποία διαπιστώνονται στους ζωντανούς οργανισμούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. electrobiology < electro- (πρβλ. ήλεκτρο-*) + biology (πρβλ. βιολογία). Η λ. μαρτυρείται από το 1891 στην εφημερίδα Άστυ].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ηλεκτρ(ο)- — α συνθετικό λέξεων το οποίο δηλώνει ότι το β συνθετικό γίνεται, προέρχεται, κινείται με ηλεκτρισμό ή αναφέρεται σ αυτόν (π.χ. ηλεκτρομηχανή, ηλεκτραγωγός, ηλεκτροχημεία κ.λπ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Α συνθετικό λέξεων, που ανάγονται κανονικώς σε ξένες… …   Dictionary of Greek

  • ηλεκτροβιολογικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην ηλεκτροβιολογία. Επιρρ. ηλεκτροβιολογικώς και ά από ηλεκτροβιολογική άποψη. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. electrobiological < electro (πρβλ. ήλεκτρο *) + biological (πρβλ. βιολογικός)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”